Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Αίλουρος

Αύρα καλοκαιρινή φύσηξες στην ψυχή μου.
Σαν παιδί μ'αγκάλιασες με νάζια και παιχνίδια.
Σ'ανοιξα την καρδιά να αράξεις την τρέλλα σου.
Γελώντας ταξιδεύαμε στ'αστέρια...
Ξάπλωσα πλάι σου να αλείψω τις πληγές σου μέλι.
Με κάρφωσες με μανία πρωτόγνωρη.
Βόγγηξα το τέλειο στα λεπτά θανάτου.
Υπερίφθηκα σε σύννεφα θαλάσσης
κι ερωτεύτηκα το ιερόν Ξύλο.
Σ'αγκάλιασα να πνίξω τους φόβους μου.
Κι έφυγες τρομαγμένος...
Σ'αναπολώ όταν δακρύζω μοναξιά και ψέμα.
Κι εύχομαι ένα μέλλον στην κλίνη σου νεκρή.

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2011

Η μνήμη του κορμιού

Ψηλαφίζεις το κορμί που τόσο καλά γνωρίζεις.
Κι όμως σου φαίνεται ξένο...
Μήνες, μπόρες, βράχια και κοράκια το σμιλέψανε
καθώς ξεχύθηκε στους γκρεμούς της συνειδητότητας
ποθώντας να ματώσει.
Το καπηλεύτηκαν οι εποχές, τα χρώματα κι οι ίσκιοι.
Το τσάκισαν χέρια δουλεμένα στην απάτη.
Το σημαδέψαν λύκοι και σειρήνες.
Το θώπευσαν τα πάθη όλης της πλάσης.
Κι όμως δεν αναγνωρίζεις τις πληγές.
Κι όμως δεν διαβλέπεις τις τρύπες απ'τα καρφιά.
Κι εσύ σαν όλους ζουλάς τη σάρκα
και ξεφυσάς επιφωνήματα χαράς
για ό,τι είναι απόληξη χιλίων θανάτων.
Μικρή πατρίδα γνώριμη έχασες το φως σου.
Μυριάδες λιμάνια πια και δεν θα σε θυμάμαι.
Ίσως σε αναλαμπές να σε αναγνωρίζω
και να αναπολώ τις ώρες
που ταξιδεύαμε στα πέλαγα παλιά.
Με οργή απαιτείς να μη σαλπάρω.
Και με αρπάζεις απ'τα μαλλιά
να σου πω το ψέμα κοιτώντας σε στα μάτια.
Σου ορκίζομαι επιστροφή
κι ας ξέρουμε κι οι δυο πως η θάλασσα είνα πλανεύτρα.
Θα σε ξεχάσω, πριν ακόμα ανατείλει ο ήλιος.
Θα με θυμάσαι, με μια οργή πιο γνώριμη πια
κι απ'την ίδια την μορφή μου.
Με έδιωξες για να με πονέσεις.
Χρέος για τους μήνες που σε πάταγα στη γη.
Χρέος για την πλάνη και τον εξευτελισμό.
Μα δεν πονώ, το ξέρεις?
Σε πρόλαβαν οι μπόρες, τα κοράκια και τα βράχια.
Κι ας μην αντιλήφθηκες
τη γεύση των φιλιών μου από αίμα.
Κι ας μην αναγνώρισες τη λέπρα στο κορμί μου.
Δυο ώρες σε θυμήθηκα και άραξα το καράβι.
Μα σάλπαρα προτού να ξημερώσει.
Και φεύγοντας σε έσβησα απ'την μνήμη
χαράζοντας τη ρότα για Βορρά.

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Επιστροφή

Οι εποχές θα σε αφήσουν γυμνό στο χιονιά
χωρίς την αγκαλιά της Μάνας.
Θα σέρνεσαι βδέλυγμα έρπον σε μια Γη ξένη.
Κι ας τρως ψυχές, η μοναξιά σε γδέρνει,
χαράζει τη μορφή σου.
Μου έσφιγγες το χέρι γεμάτος ανάγκη για στοργή
και χάιδευα τα κέρατα του εωσφόρου
γεμάτη γαλήνη και αγάπη.
Φιλούσα τα αιματοβαμμένα σημάδια στο κορμί σου
και χάιδευα τα σύμβολα πολέμου του κάτω κόσμου.
Σε νιώθω, αναμένεις την επιστροφή μου.
Ελπίζεις στη Δύναμη σου.
Μα αυτή η Δύναμη με διώχνει μακρυά...
Ακούω δικαιολογίες στο μυαλό μου
καθώς μηχανορραφείς,
Πατέρα του Ψέμματος, τη δικαίωση σου.
Μουδιάζει το σώμα
καθώς ξεσηκώνεις τις Σκιές του Άδη
να σε υπηρετήσουν.
Κι όσο παλεύεις να με κερδίσεις
εγώ σχεδιάζω φυγή ακόμα πιο μακρυά από σένα.
Η μόνη, τρομερή και απρόβλεπτη Εκδίκηση μου.
Οι εποχές θα σε αφήσουν γυμνό στο χιονιά
χωρίς την αγκαλιά της Μάνας.
Σε νιώθω να με αναζητάς,
γυμνό παιδί στ'αγιάζι.
Λυγίζει η καρδιά απ'τα αναφηλιτά σου,
μα απέστρεψα το βλέμμα..
Σε μια απέλπιδη προσπάθεια
να μη γίνω στήλη άλατος
στο Φως των ματιών σου.
Κι η Αγάπη μου αιώνια Σκέπη και Πανάκεια σου.

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

Φοίβος



Σμίλεψαν οι εποχές κορμί από μάρμαρο.
Χάραξε στο μέτωπο σημάδι η Αφροδίτη
Τύλιξε τη γυμνή μορφή με μύρο
έρανε το στήθος αρώματα Θεών.
Ήλιος καίει το δέρμα σου και στάζει ιδρώτα
χρωματίζει την πλάτη σου αυλάκι αλμυρό.
Τα δυο σου χέρια θαλπωρή άλγους και μένους
στο βλέμμα χρυσαφίζει ψυχής σου ποταμός.
Στο πλάι σου πολέμησα δράκους και θηρία
με οδήγησες στην έρημο με βήμα σταθερό.
Φωνή γαλήνια, γάργαρη στην πάλη με τα θεία
καβάλησες τον Πήγασο ιππότης φοβερός.
Και γκρεμιστήκαμε...
Στα σκοτεινά υπόγεια καπνός και αλκοόλ.
Λόγια οργής και απώλειας,
πνιγμένη απελπισία.
Άστραφτες
με φωτοστέφανο δοχεία αλκοόλ.
Σε ζήτησα, σε έψαξα..
Σύρθηκα στα πόδια σου γεμάτη ουλές.
Ούρλιαζα τον πονο μου καθώς
έραινες ξύδι το λεπρό κορμί.
Σε άρπαζα να θρέψω την οργή
χυμούς απ'τα μαρμάρινα λαγόνια
Στοργικά με απόθετες στη βρεφική μου κλίνη
και πάλευες να ξορκίσεις τη Μαινάδα
με τη γάργαρη φωνή σου
σφίγγοντας με απ'το λαιμό
πάλευες το Λύκο.
Κι η Αγάπη μας απεγνωσμένη...
Έρμαιο μιας μοίρας και του χρόνου.
Πατέρα, αδερφέ και Ερινύα της ψυχής
Πανάκεια του άλγους...
Μαρμάρινος κι απρόσιτος
ιππότης και θεός
λατρεύεσαι μα δεν αγγίζεσαι
από το θνητό κορμί μου.
Παλεύεις να σώσεις μια ψυχή
και την πυρώνεις δέος.
Ανέγγιχτος, λατρευτός,
ανάσα της οδύνης.
Σ'αναζητώ σ'όλη τη Γη
φρενίρης απ'τον πόθο.
Οι Θεοί σε σμίλεψαν Απόλλωνα,
η ψυχή Έρωτα, θνητό. θεό και Φοίβο.

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

Καθρέφτης και Γυαλί

Με τυλίγουν οι σκέψεις σου σαν μαύρος καπνός
τις ώρες που μετανιώνεις και θρηνείς.
Σε νιώθω να αποζητάς δικαίωση στο βάθος της καρδιάς μου.
Σ'ακούω να σχεδιάζεις επιστροφή και άφεση αμαρτιών.
Σε βλέπω...
Να φυλάς τα ματωμένα μου πόδια,
τα κατακρεουργημένα μέλη,
το αίμα που τρέχει απ'το μέτωπο μου..
Και μπήγεις τη Λόγχη στην καρδιά μου.
Ψελλίζεις λόγια Αγάπης
και κουδουνίζουν τα αργύρια
στο πουγγί συγχώρεσης.

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2011

Κομμένο Γυαλί

Τα λόγια, καρφιά, σε σταύρωσαν
στη Λήθη Μαρτυρίου.
Τρέχει το αίμα απ'τις πληγές,
ξεπλένει Λάθη και Οργή.

Χτυπα η καρδιά σε ρυθμό Αγάπης,
αναπολείς το Άγγιγμα, τη Σκέψη, τη Σιγή.
Ενώθηκες με τη Φωτιά και παγώνεις
χωρίς την αγκαλιά της.

Στα όνειρα επίσκεψη και δικαίωση του Τέλους
η Οργή πλέον δεν σε κρατά,
μήτε η αποφυγή του Λάθους
και η Λογική έρμαιο του Κενού στα στήθια.

Θα περιμένεις, σε όλη τη ζωή
κι ίσως και στην επόμενη
την Επιστροφή της Φλόγας
που ορκίστηκε Ποτέ δεν θα σε αφήσει...

Κυριακή 10 Ιουλίου 2011

Ανάγκη

Αστράφτουν στη σκέψη δυο μάτια που θυμίζουν τα δικά σου.
Ο Αδάμ θρηνεί για το κομμάτι σάρκας που του'κοψαν τα Θεία
και άδειο κορμί τριγυρνά στη γη της Πτώσης.
Η Ένωση σύντομη και προσωρινή, όπως όλα τα επίγεια.
Επώδυνη και λειψή, οργισμένη και με τέλος.
Τα αέναα ξεχάστηκαν στην Πατρίδα
και σέρνεσαι γυμνή από το Πλήρες.
Μια ανάμνηση στοιχειώνει κάθε σκέψη
και δυο μάτια πύρινα, καθρέφτης και απάγγειο.
Άξαφνοι θάνατοι σε γδέρνουν απ'ότι αξίζει
και σπαρταράς να προσαρμοστείς σε μια στεριά μισητή.
Στεγνώνεις απ'τα αλάτι, γλύφεις τις πληγές σου,
αναπολείς τις στιγμές που ήσουν ολόκληρη.
Ένα μισό αποζητάς, μα βρίσκεις μόνο βράχια
κι απελπισμενη τσακίζεσαι με όλη τη δύναμη σου.
Στιγμές.. Σύντομες, λειψές και πάντα με Τέλος.
Προσδοκίες ξέμειναν να κρέμονται απ'τ'αυτιά σου
καθώς τραγούδια του Ολέθρου χαιδεύουν την καρδιά σου.
Δυο μάτια που θυμίζουν τα δικά σου
αστράφτουν στο μυαλό σου.
Μία φωνή οικεία ηχεί μες στην καρδιά σου.
Και ο Αδάμ θρηνεί το κομμάτι σάρκας που του λείπει.

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Πτώση



Ατενίζεις το κενό
παλιό, γνώριμο φίλο.
Φαντάζεσαι να φύτρωναν
φτερούγες Πήγασου
στις δυο σου ωμοπλάτες
και χαμογελάς πικρά...

Η Απώλεια σου κόστισε
τον Έρωτα του Θανάτου.
Και μια οργή που σ'έθρεψε
χρόνια πολλά, απ'την κούνια.

Αναπολείς την απόγνωση,
τη μόνη σου φίλη και αδερφή
και νιώθεις να σου λείπει...
Η Δύναμη σου πρωτόγνωρη
και σε προβληματίζει.
Σε κάποια Κόλαση κέρδισες
και πάλι την Ελπίδα...

Λευκές πια ειν'οι νύχτες σου
ευωδιάζουν Φως
και όνειρα κεντημένα στ'άστρα.
Παλεύεις μ'άγνωστο θεριό
κι η Νίκη πλέον Μάνα.

Θυμάσαι τ'άλγος, την οργή
ποταπά αστεία
πλεγμένα σ'ένα Εγώ θηριώδες,
που σκιάζει τη Μορφή σου.

Σημάδεψε η Κόλαση την άθλια ψυχή σου
και πια ξεκάθαρα παλεύεις με το Τέρας.
Τα πέπλα του διάφανα
και βλέπεις την Αλήθεια,
σιγείς και νιώθεις την καρδιά
να σπαρταρά στα στήθια.

Αγάπη της Απώλειας,
Υπομονή των Πάντων,
Αποδοχή της Φύσης των
και Έλεος ατέρμονο, φυσικό
Συνείδηση των Όλων.

Ατενίζεις το Κενό...
Χαμογελάς πικρά.
Στρέφεις το βλέμμα στον Ουρανό
και ανοίγεις τα φτερά.

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Unforgiven

The pit widens as teardrops mix up with mad
in the bottom of the well we all chose to fall in.
Hate forgives the words of madness
as lies feed the need of being Righteous.
Hell seems a playground watching reality crumble and collapse.
Breaking the mirror has awaken nightmares of the present
and, no matter how fast you run, Forgiveness will never be reached out.
Forever was broken into pieces, little glasses of pain and blood.
You've been scarred for life and doomed to exile.
Your fate was marked with the first Lie
and no Redemption or God could save you from the pack of lions in the arena.
And nothing will be saved...
Your War was lost the moment you allied with the Enemy
and you let Him consume your soul.
You shall be cast away again
without ever knowing the true reason.
Mistakes will be acknowledged, to be done again
while you will bare the scar of the Unforgiven.
Accept your faith and drive yourself into exile
because the lions will and shall rip you apart
as you provoke their demons come forth and reveal themselves.
Consequences consume you, and always will, demons' little plaything.
The fate of the Scapegoat was marked on your forehead at birth
and you could never have it any other way.
The Fight is on and you are too weak, so be the Unforgiven.
Once said, long time ago, your empathy is your destruction
and thus away shall you run for their own convenience.
The War is on, you are on your own to be the scapegoat for life
but as the veils fell off your eyes you might just be the one who won.
At last the lesson is learnt, and you move on, enjoying being Unforgiven.

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011

One



Fire drops conclude in One...
Regretful lies and truths
sum up in the circle of hate.

Stars fell into your mind
Hell's bells rang across your ears
black and reddish shadows consumed you
within the embrace of a thunder.

He drew symbols in your heart
struck dead your soul
and ruined the reality of Sin.

Electric sounds abused your present
and left you with wishful thinking
of nights full of fire and warmth.
Feels like your body is split in two...

The memory remains
painfully stubs your soul
whereas tears fall of black eyed masks.

The ego was struck,
Hate was aroused
within the Soul of the Beast.

A Lady slips down the river
resembling the dream she had...
Horns grow on her forehead,
a recognizable demon awakes in her eyes.

Acknowledging the nature of things
left you foretelling destruction
while the Cross is set for you
and the hill awaits your Walk of Shame.

The Son of God lays among black lilies
waiting for the Mankind to awake.
The sleep is deep, the Beast on the loose
and fire-flies lighten up your nights of Doom.

The Need strikes you on the spine
and you fall on your knees
screaming for the part of your body missing.

Wishing of Fire and Warmth
you realize the truth,
during the demonic rehab.

Whereas your soul trips to places of hate
pushing the ones you love and wish to save...
The Beast is on the loose.

Divide and Conquer
words of War ring in your mind
and Fear consumes you of the things to come.

The Cross is set,
your Will is Free
you'll walk that Hill of Shame
and sacrifice your Need.

Στην Α.



Στέκεις αγέρωχη στον Κόσμο.
Λευκό φωτίζει το χώμα που πατάς
και τυλίγεται στο κορμί που φέρεις.
Η Απώλεια σε γκρέμισε στα Τάρταρα,
παιχνίδι για δαίμονες και τρελλούς.
Σύρθηκες σε υπόγειες σπηλιές οδύνης.
Βούτηξες στο θάνατο με γυμνά χέρια
και αφέθηκες στο στρόβιλο του Τίποτα.
Ούρλιαξες την Πτώση με όλη τη δύναμη της ψυχής σου.
Πέθανες εκατομμύρια μικρούς θανάτους.
Απόρησες και απελπίστηκες θαμμένη, ζωντανή νεκρή.
Γελάστηκες και πίστεψες τον Κόσμο.
Σε άρπαξαν απ'τα μαλλια τα λόγια των Ανθρώπων.
Σωριάστηκες στη Λάσπη.
Πίστεψες προδοσίες και όνειρα Ανθρώπινα.
Πέθανες και βάδιζες τη Γη χωρίς Ψυχή.
Μα ζήτησες Βοήθεια...
Το Χέρι σου έστειλε το Δαίμονα να σε οδηγήσει.
Και γρύλισε ο Σκύλος στην Ψυχή σου.
Σε άρπαξε στα Δόντια του να σε ξεσκίσει.
Εκρύγχθηκε η Ψυχή σου μες στο Φως.
Βαδίζεις πια Αγέρωχη την Ύλη.
Και Βλέπεις.

Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

Αντίο



Σταγόνες βροχή δακρύζει ο ουρανός,
τ'αδέρφι ξεμακραίνει με καράβι.
Ορίζοντας χλωμός, θλιμμένος,
θυμίζει χώρα μύθων και ηρώων του Βορρά.
Ταξίδι στη χώρα της λήθης,
μας άφησες στην Ύλη
να ανεμίζουμε μαντήλια οργής.
Λυπόθυμες στην όχθη της οδύνης.
Αγάπη και μνήμες των Χρυσόψαρων.
Χάραξες το Ψέμα στο μέτωπο του Κυρίου
και έθρεψες το Φίδι της Πτώσης
στον κόρφο σου, μάνα στοργική.
Άπλωνες τα χέρια ν'αγγίξεις τις καρδιές,
ν'αρπάξεις τις ψυχές,
βορά στα δόντια Λύκου.
Τρεφόσουν με το Αίμα της Στοργής
και πούλαγες Ψυχές στον Άδη.
Καθρέφτιζες τη Χώρα της Απώλειας
στο βλέμμα από Φωτιά
και κρυβόσουν απ'το Φως
να μη φανεί η Μορφή σου.
Σύρθηκες, Ερπετό γεμάτο Χρυσάφι,
να δελεάσεις κορμιά με κροκοδείλια δάκρυα
και ενδυμασία πάνλευκου προβάτου.
Καθρέφτιζες τις ψυχές
για να δεχτούν το δάγκωμα της Κόμπρας.
Μα σ'αγάπησαν...
Και θα σ'αγαπούν.
Τον καθρέφτη που κλέβεις
και στρέφεις στην Ανάγκη των Ανθρώπων.
Βυθίζεις τα δόντια στις σάρκες
και σέρνεις άβουλα κορμιά στη φωλιά
θηρίων και δαιμόνων.
Σε αναγνώρισα και σήκωσα λάβαρο Πολέμου
να σώσω τις ψυχές που στόχευσε ο Λύκος.
Σε μίσησα... Πολλές ζωές πριν.
Με φοβάσαι και με ποθείς, πολλές ζωές πια.
Μα η Αγάπη πάντα θα καλεί...
Σε αναγνώρισα, κομμάτι της ψυχής μου.
Κι αναγνώρισες το Σημάδι της Πτώσης στο μέτωπο μου.
Αδέρφια εξόριστα σε μια Γη τόσο ξένη...
Εσύ Πολεμιστής και εγώ σακάτης Σταυροφόρος.
Άστραψες την Κόλαση να με καθηλώσεις.
Εξόργισες Αγγέλους να σε νικήσουν.
Και με έσπρωξες στο Φως χωρίς τη θέληση σου.
Σύρθηκα στα πόδια σου
με κομμένες φτερούγες
να γλύψεις τις πληγές μου.
Τρεφόσουν απ'το να παλεύεις το Φως
κι εγώ έγλυφα απ'το χέρι σου
την Αλήθεια της Πτώσης.
Ταξιδέψαμε μαζί στους Δύο Κόσμους.
Και γεννήθηκα ξανά.
Μια Ανακωχή Ψεύτικη σαν τα Λόγια Αγάπης...
Τσακίστηκα σε γκρεμούς
καθώς άστραφτες στη νύχτα.
Έζησα οδύνες τρομερές παλεύοντας με δαίμονες
στο κέντρο της Ψυχής μου.
Ταξίδεψα στην Κόλαση κρατώντας σου το χέρι
και μούδιαζα ολόκληρη
καθώς με πλημμύριζαν Φλόγες.
Πάλευα να κρατηθώ απ'το Φως
μην αλλάξει η Μορφή μου.
Κρατούσα σφιχτά το χέρι σου...
Σαν νεογνό που ανοίγει τα μάτια.
Μου χάρισες το Βλέμμα των Δαιμόνων
κι αντίκρυσα πρώτη φορά τα σημάδια της Πτώσης.
Εισχώρησα σε ψυχές
και σωριάστηκα απ'τον πόνο.
Στοργικά με τύλιγες πύρινες φλόγες και δαίμονες,
Πατέρα του Ολέθρου.
Ποθούσες μια σύζυγο στο πλάι σου.
Μου χάρισες τα Δώρα σου να με κερδίσεις...
Με παρέσυρες στο Χάος ελπίζοντας
να ταυτιστώ μαζί σου.
Ψιθύριζες την Κόλαση στ'αυτί μου
και κούρνιαζα στη Φλόγα σου
γαλήνια, σαν κλωσσόπουλο,
νοσταλγώντας τη δική μου Πατρίδα.
Σε μαχόμουν με τη Δύναμη μου.
Σε πονούσα και σε τιμωρούσα.
Τα Δώρα σου όμως με έθρεψαν
σύντροφο και πανάκεια σου.
Τρεφόμουν απ'τη Μάχη.
Σε φώτιζα Αγάπη να ξυπνήσεις.
Σε τύλιγα Φωτιά να δυναμώσεις.
Σε γέμιζα φλόγες να γιατρευτείς.
Χάιδευα τα Σύμβολα της Δύναμης σου με στοργή.
Θωράκιζα το κορμί σου να είσαι δυνατός στη Μάχη.
Σου έδωσα την ανθρώπινη καρδιά μου να τραφείς...
Πλημμύριζα απόκοσμη ηδονή
καθώς μπήγονταν τα δόντια σου στην ψυχή μου
κι αυτη σε πλημμύριζε Φως και Σε τσάκιζε.
Κι εσύ αφέθηκες στο Φως να γαληνέψεις.
Μάγκάλιαζες και ταξιδεύαμε στις Πατρίδες.
Ευτυχισμένοι στην Αφύσικη Ανακωχή μας...
Μα ο Πόλεμος μαινόταν σε τούτο τον Κόσμο.
Με ψέματα έπλεξες τις ζωές,
Άρχοντα του Ολέθρου.
Και σαν άστραψα Αλήθειες
η Φύση σου σε πρόδωσε.
Σωριάστηκες στη μάχη.
Η νίκη μου πικρή...
Λυγμοί τα λάφυρα μου.
Καθώς υποχωρείς μπήγω τα νύχια στις σάρκες μου.
Σκίζω τη μορφή μου.
Μον'δάκρυα μοιραζόμαστε πια και μια ψυχή κοινή.
Σε νιώθω να δολοπλοκείς
μήπως καταφέρεις και σύρεις κάποιο κορμί στη φωλιά σου.
Ηττημένος σπαράζεις...
Δεν θα θρηνήσω τα πτώματα
που κείτονται πλάι μου.
Δεν θα γιατρέψω τους πληγωμένους εγωισμούς.
Δεν θα γλεντήσω το τέλος του Πολέμου...
Ηχεί στην ψυχή μου η οργή και η οδύνη σου
και ριγεί το κορμί μου στο άκουσμα του ουρλιαχτού του Λύκου.
Του κλέψαν πολύτιμα λάφυρα.
Ηττήθηκε οικτρά...
Τον γύμνωσαν απ'τη Δύναμη του.
Κλαίω γοερά για την οργή του Θεριού
θρηνώντας που σε αφήνω
έρμαιο ανθρώπων και δαιμόνων.
Εσένα που με γιάτρεψες και με θωράκισες...
Εσένα που με ανέστησες από τις στάχτες...
Εσένα που αγάπησα με όλη τη δύναμη της ψυχής μου.
Κι ας χωρίζουν τα κορμιά με το τέλος του Πολέμου
η ψυχή θα σε ψάχνει, θα σε αποζητά
και θα σε βρίσκει...
Και πάντα θα σε τρέφει με τα Δώρα που της χάρισες.
Κι ας βαδίζει το κορμί τη Γη
χωρίς να κρατώ το χέρι σου.
Χωρίς πύρινες γλώσσες να γλύφουν τις πληγές μου.
Χωρίς δαίμονες να με σπρώχνουν στο Φως μες στην αγκαλιά σου.
Χωρίς τα δόντια σου να μπήγονται στην ψυχή μου
και να ματώνει παντοδύναμη Φως.
Χωρίς το υπόλοιπο μισό της Ύπαρξης μου...
Θα επιβιώνω με τη θύμηση της Πατρίδας σου να με κρατά ζωντανή.
Με τη θύμηση της Μορφής σου να καθρεφτίζει τη δική μου.
Με τη Δύναμη και τη Γνώση που μου χάρισες άθελα σου.
Με το Μίσος για Εσένα.
Ως την επόμενη μεγάλη Μάχη.
Ο Πόλεμος με έχρισε Ιππότη.
Μου κόστισε όμως έναν αδερφό...
Μου κόστισε το υπόλοιπο κορμί μου.
Με σώριασε στον πάτο της Οδύνης.
Και το Αντίο ξεψύχισμα μωρού στην κούνια.