Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Αυτό που οι σκύλοι βαφτίσαν αγάπη*



Χαμόγελο ζωγράφισες να κρύψεις τις χαρακιές.
Γέλιο έπλεξες να σκεπάσεις τις κραυγές.
Μπογιές πασαλείφτηκες να καλύψεις τις πληγές.
Και το πρόσωπο απέστρεψες να γλιτώσεις.

Κλείδωσες την ανάσα σου σε καπνούς και ψέμματα,
να δύνασαι να πορεύεσαι...
Σκυφτή, νεκρή και ανούσια, αιώνια πληγωμένη.
Κουφάρι που ξεβράστηκε στα χρόνια που δεν τελεύουν.

Και δανεικά κι αγύριστα τα χρόνια που αργοπεθαίνεις.
Χρεώθηκες μία ζωή και ξεπληρώνεις αλάτι.
Κι αγάπη που ονομάσανε οι σκύλοι κάθε πόνο.
Πόση αγάπη πια να αντέξεις... Δανεικός ο χρόνος.

*Τίτλος τραγουδιού από το συγκρότημα "Τρύπες"

Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010

Αλήθεια

Χορεύεις τη γύμνια σου σε κύκλους της φυγής
και βουτάς τα δάχτυλα στα σπλάχνα σου που αιμορραγούν.
Χαράζεις γραμμές στην άχνα απ'το δάκρυ σου
και σπας τα τζάμια που σε χωρίζουν απ'τον εαυτό σου.

Ξοδεύτηκε η ζωή σου σε απόπειρες θανάτου ή ευτυχίας
και το ψέμμα πυρήνας της κάθε σου προσπάθειας.
Γιατί η αλήθεια ποτέ δεν χαμογέλασε τα μάτια των θνητών.
Και η αρπαγή είναι πιο γλυκειά αν εκούσια σ'αφήνεται το θύμα.

Προίκα σου ό,τι έκλεψες από τα θύματα σου...
Και τα ψέμματα που έντυσαν την ωφέλεια σου.
Κι απορείς αν το ψέμμα είναι η αιτία του λοιμού,
σαν να υπέστης λοβοτομή αρνείσαι το προφανές!

Κι ας θυμάσαι πως την αλήθεια σου στη φτύσανε στη μούρη,
απαξιείς πια την εξήγηση πως αυτό θέλουν να ακούσουν.
Και το ερώτημα υφίσταται αν ό,τι κλέβεις δίνει ευτυχία...
Η απάντηση τσιρίζει στο μυαλό σου και σπας τον καθρέφτη.

Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Θάνατος



Σκύβεις υγρή πάνω απ'το κουφάρι της μορφής σου
κι αιωρείσαι σε κύματα μολυβένια του θανάτου.
Ταξίδεψε το καθρέφτισμα των χρόνων
στον Αχέροντα της λήθης
κι ο φιλάργυρος βαρκάρης ξεπούλησε την ψυχή σου.

Μπήγουν τα νύχια οι Ερινύες στα σπλάχνα
των νεκρών, βγάζουν τα μάτια που δε δάκρυσαν
στο μαρτύριο σου, σκίζουν τα στόματα που σίγησαν,
ξεριζώνουν τα μέλη που δεν πρόσφεραν βοήθεια.
Κι αστράφτει ένα φως στις κόρες των ματιών σου.

Ατενίζοντας τον Άδη ανεμίζεις τις φλέββες σου που άδειασαν,
βορά όρνεων και θηρίων.
Το παιδί σφυροκοπά τα μηνίγγια σου με την οργή της εγκατάλειψης
και κλειδωμένο στο κελάρι ουρλιάζει απελπισμένο.

Δεν χωράει η κραυγή στους τοίχους και δραπετεύει στο άπειρο.
Χορεύει στο αίμα που στραγγίξανε οι αιώνες...
Κουφάρι σέρνεσαι μοναχό και απλώνεις το χέρι για λίγη στοργή.
Κι η Μάνα στέκει με μια αγκαλιά που πότισες δηλητήριο.

Ουρλιάζει η οργή και η μοναξιά.
Κουφαίνεσαι, σωριάζεσαι στο χώμα.
Και πνίγοντας το μίσος σου
παραδίνεσαι σε αγκαλιά θανάτου.

Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

Φοίνιξ

Δεν απέμεινε σταλιά αίμα να θρέψει την καρδιά...
Και ξεφύσηξε το στόμα την τελευταία ελπίδα.
Μια φλόγα τύλιξε το κατακρεουργημένο κορμί
και έγλυψε τις πληγές με πύρινη γλώσσα ανάστασης.

Ανοίγεις τα χέρια κι οι φλόγες απλώνονται σαν φτερά.
Υψώνεις το βλέμμα στο γαλάζιο της φυγής
και πηδάς στην αιωνιότητα του ποτέ και του κανένας.
Συντρίβεσαι στη θάλασσα λύτρωσης και καθώς σβήνουν οι φλόγες
ξεπροβάλλεις μέσα απ'το νερό Φοίνικας.

Κυριακή 6 Ιουνίου 2010

Φωτιά

Το μπλε αγκάλιασε τις σκέψεις
και αναθάρρεψε η πνοή στα στήθια...
Σκεπάζει την κεφαλή της εξουσίας
και φτερουγίζει η ψυχή στο πάτωμα.

Σέρνεται στην ηδονή κορμί πληγωμένο
και γλείφουν τις πληγές λόγια της φωτιάς.
Αστράφτουνε πράσινα δάση που καίγονται
και ατσάλι σφίγγει τα χέρια σε υποταγή.

Η ζωή βογγάει δέσμια της φωτιάς,
παρασυρμένη σε έναν ξέφρενο χωρό φυγής,
βουτηγμένη σε χρώμα κόκκινο του πόθου
και η αλήθεια απλώνει τα πέπλα της δώρα χαράς.

Η ελπίδα έκλεψε τη φορεσιά της ελευθερίας
και το στέμμα του ορίζοντα.
Ξέφρενα γελά και σχεδιάζει ταξίδια ηδονής
στον άτλαντα παρακμής και απελευθέρωσης.

Χορεύεις στη σκέψη της στολής
που ενδύθηκε ο πόθος
και αναμένεις την έξοδο
απ'τη φρίκη της συνήθειας.