Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

Δράκαινα

Καλπάζεις..
Στα όνειρα που βασίλισσα καβαλάς δράκους και ανέμους.
Ο ημίθεος σου γνέφει για μια ζωή που δεν θα ζήσεις..
Κλεφτά κοιτάς το έμβρυο που μεγαλώνει στα σπλάχνα,
καρδιά και πνίγεται στο αίμα της αγάπης.
Προσπαθείς να θυμηθείς κάποιο παιδί που αντίκρυσες
στα μάτια του τον ήλιο
και τη θέρμη ενός καλοκαιριού Τιτάνων.
Σε ξελόγιασε ο Διομήδης πριν χρόνια
ψιθυρίζοντας στ'αυτί σου μύθους και αλήθειες για τα Άλογα.
Αγγίζεις το στέρνο του Θεού που ορίζεις
και νιώθεις τη δύναμη Αμαζόνας στα σκέλια.
Θα καβαλήσεις κεραυνό και πάλι?
Θα τραγουδήσεις στο αυτί του ανέμου?
Κι ας ξέρεις πως δεν μπορείς να τον κρατήσεις
όμηρο με τα δυο σου πόδια..
Κι ας σφίγγεις την πλάτη του γερά
θα σε πετάξει στη λάσπη, γριά μαινάδα
που θυμάται της νύχτες της σιωπής.
Επίσκεψη δεν γυρεύεις,
μήτε θυσία στο βωμό του απόλυτου μεγέθους.
Δεν θα γευτείς την αμβροσία πάλι?
Δεν θα καλπάσεις στα λαγώνια της ζωής?
Σε ξέρω Τέρας και Γριά αιώνες τώρα,
παιχνίδια παίζεις στην πλάτη των Αλόγων.
Προσφέρεις τη χούφτα γεμάτη βρώμη
και τους βγάζεις τα δόντια να μήν μπορούν
πια να γελούν ή να δαγκάνουν..
Κι όταν υποταχτικά σ'ακολουθούν
με σκυμμένο το κεφάλι
στρέφεις τα καπούλια επιδεικτικά να βαριανασάνουν
πριν ξεχυθείς σε κάποιον κάμπο Λεύτερη να τρέχεις.
Κι ας το θυμάσαι το Παιδί,
Καλπάζεις..

Σάββατο 25 Μαΐου 2013

Ήλιος

Τσακάλια τις νύχτες γλύφουν τις πληγές σου.
Αδέρφια σ'ένα αλυχτό από καρδιάς..
Ψάχνουν τη σελήνη και κρύβονται κάθε που βγαίνει ο ήλιος.
Στις σκιές.
Ο χρόνος παγώνει και δεν νιώθεις.

Καθρέφτες και θρύψαλα πατάς πάνω σε φελούς στολισμένους πετράδια.
Λαμπυρίζουν τις νύχτες, όπως τα μάτια που κρύβουν το δάκρυ.
Ο λυγμός δεν πνίγεται, έγινε τραγούδι και αναπόληση.
Στο σήμερα.
Γελάς και νιώθεις τον αγέρα.

Αρπάζεις απ'το χέρι το παιδί πασχίζοντας να νιώσεις την Πόλη
σαν μάνα και ανάμνηση.
Χαμογελάς.
Γιατί η ζωή δεν σταματά.
Γιατί η ελπίδα δεν πεθαίνει..

Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

Σισσύφια Επανάληψη

Αναζητάς χρόνια καρδιά, κρυμμένη μες στην τσέπη.
Τη βγάζεις, τη δείχνεις δυο λεπτά και πάλι την κρύβεις.
Κι είναι χάρτινη, γιατί η ζωντανή σου κείτεται ακόμα αιμόφυρτη.
Κι ας έφυγες όσο πιο μακρυά μπορούσες,
κάπου, άλλοι, ζουν τη ζωή σου.
Κι εσύ συνεχίζεις.
Κουφάρι με φορεσιά βασίλισσας
περιφέρεσαι σε ένα βορρά δανεικό και ξένο.
Μή θυμηθείς...
Μή νιώσεις...
Μήν πεις λέξη.

Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

Ύαινα

Γεύεσαι στο δέρμα σου την οσμή της νιότης
μεθούν οι αισθήσεις σ'ένα χορό γνώριμο,
χρόνια ξεχασμένο...
Κουτάβι ύαινας στα δόντια ροκανίζεις
και λαχταράς το αίμα του σαν μπήγεις τα νύχια στην καρδιά του.
Πρόκανε και σου άφησε δαγκωματιά στον δεξί μηρό
σημάδι κτήσης και έρωτα χρόνων 'ματοβαμμένων.
Μα ποιά καρδιά να θυσιάσεις στο βωμό θεότητος απαράμιλλης.
Τρέμουν τα πόδια σου στη θέα του βουνού
κι ας σκαρφαλώνεις τα δάση του μήνες τώρα,
ίλιγγος του απόλυτου, ημίθεου, θνητού.
Τ'αντίο παροδικό, μα σφάζει σαν μαχαίρι
ουρλιάζεις ύαινα για την καρδιά που δεν έχεις
κι αν έκλεψες του κουταβιού τους χτύπους λίγες ώρες
πάλι νεκρή και αναίμακτη νιώθεις τη δική σου.

Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Απουσία

Βυθίστηκες στον ποταμό που μια ζωή παλεύεις
το ρεύμα σε απορρόφησε σε οργή βαμμένη μέλι.
Ένας θρήνος απέμεινε στην όχθη να σε θυμίζει
'ματοβαμμένη φορεσιά της νιότης σου σημάδι.
Να με θυμάσαι προσμονή,
καθώς γέρος χρόνος κάθε μικρή ρυτίδα.
Δε σε πληγώνουν χρώματα και λέξεις απουσίας
μονάχα πτώματα υγρά 'πο δάκρυα και αίμα.
Κάποια 'γκαλιά σε ξέθαψε στον πάτο ποταμού,
ένας Σταυρός στο στήθος σου και γέλιο του Θεού.
Μή θυμηθείς τα 'γκόσμια και σωριαστείς και πάλι.
Μή φοβηθείς το θάνατο, αγάπα το βαρκάρη.
Αργύρια κι αν σ'έταξαν, απέστρεψες το βλέμμα,
σε κάθε τι εγκόσμιο, χαρούμενο κι ανάλαφρο, παιδί.
Ο ποταμός σε κέρδισε βαμμένος απ'το αίμα
κάθε απώλειας πικρής και μάταιης προσμονής..

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

Θυμός

Βρυχάται θεριό στα σπλάχνα,
χρόνος βαμμένος στάχτη.
Αποκαίδια μιας ζωής
και ελπίδες κάποιας άλλης.

Η αγάπη σε ζύγωσε,
της φτύνεις χολή, φαρμάκι.
Αποζητάς το γκρεμό
που ερωτευμένη είσαι.

Ξεχνάς...
Μόνο στα όνειρα σου.
Σακάτεψες μία ζωή,
μαδάς τα μαλλιά σου.

Ποτέ.

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Κήπος



Τα χρώματα μεθούν τις αισθήσεις..
Σαλεύεις σκοτεινή σκιά
πίσω από κλειστές κουρτίνες.
Βυθίστηκες...
Στη μνήμη του θανάτου.
Κι η ζωή πίσω απ'το παράθυρο σου φωνάζει ξύπνα!

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Αρχή

Αποχαιρέτησες τη σκόνη της ζωής σου.
Γίγαντας βάδισες με ορμή τις ράχες των βουνών
Πασχίζοντας να ξεφύγεις από ό,τι πια ονόμασες πατρίδα,
Λεπρά κορμιά ανάμνηση αλλοτινών φίλων και αδερφών.
Φωνές Σειρήνων συνθλίβουν τα τύμπανα των ώτων,
Σωριάζεσαι στη Λήθη, βορά μιας θλίψης αδερφής.
Πρόσωπα, άγνωστα πια, στοιχειώνουν τα όνειρα σου.
Κάπου μακρυά η ζωή σου συνεχίζει..
Χαρές, βόλτες, έρωτες, αλκοόλ, δουλειά..
Καλπάζεις.
Σε ύπνο βαθύ και γνώριμο.

Μέλι, ήλιος και στάχι

Ήλιος καυτός χαράζει γραμμές ξηρασίας στη γη που έμαθες να λατρεύεις..
Κόκκινα τα χρώματα του ορίζοντα πλεγμένα στον ιστό του μπλε,
Ταξίδι σε μια χώρα που κάποιοι ονόμασαν παράδεισο.
Αναπολείς τα χρώματα της άμμου και του ήλιου
Π’αποχαιρέτησαν τη γη Κένταυρων και ξεχύθηκαν στην άσφαλτο ηρώων.
Τρέμουν τα χέρια στις δεήσεις κι η ψυχή τρομάζει.
Oι χειμώνες θε να’ρθουν σύντομα να ντύσουν το κορμί σου
Με δέρματα από όνειρα και ελπίδες βαμμένες στο χρώμα απ’το στάχι.
Ξεράθηκαν οι ήλιοι κι ο θεριστής τους στίβαξε στην άκρη της ψυχής σου
Σε κάδρο πλημμυρισμένο λόφους και ελιές.
Τα ζωντανά ανταμώνουν τη μέρα με ανάσες ποτισμένες ελευθερία.
Τα βήματα πυρώνουν στην άσφαλτο
Κι η προσμονή ψιθυρίζει θρήνο απώλειας.
Ρόδες γυρίζουν τον τροχό της τύχης
Σ’ένα χορό του σύμπαντος κωμωδία.
Ξαποσταίνεις σε ξύλα σμιλεμένα κοπριά και χλιμιντρίσματα
Ρουφώντας τον αέρα που ποθούσες.
Μέλι, στάχι και ήλιος
Το μείγμα της ψυχής σου
Καθώς καθρεφτίστηκε κείνη τη μοιραία μέρα.
Νιάτα ξεδιπλώνουν προσευχές
Και ψέμματα πόσο γνώριμα...
Μα ξαποσταίνεις..
Στο βλέμμα που σακάτεψε τη μοίρα σου
Και γέμισε αίμα τη λεπρή καρδιά,
στα χρώματα του ήλιου όταν δύει.

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

Ξανθίππη

Σκάλες ποτισμένες ήλιο η χαίτη σου, ανεμίζει στο μελτέμι.
Τα ηλιοβασιλέματα σε βρίσκουν σε λιβάδια να βοσκάς πόθο και προσμονή.
Κυλιέσαι στο χώμα περιχαρής και πλήρης μια άγριας ευδαιμονίας..
Καθώς σταγόνες άστρα βρέχουν το βρώμικο κορμί σου
κι αναστεναγμοί φουσκώνουν το μέρος της καρδιάς.
Σ'αγγίζουνε οι Γίγαντες και τρέμεις στη σκιά Τους..
Νιωθεις παιδί και γελάς με την ένταση αιώνων.
Κι ίσως κάποια στιγμή σε αγκαλιάσει ο Ίππος της Θράκης
κι αφεθείς στον κόρφο μιας πατρίδας να γιάνει τις πληγές σου..
Βυθίζεις τα χέρια στο χώμα και τα νιώθεις να απλώνουν ρίζες ως το κέντρο της Γης.
Τα μελτέμια σε νανουρίζουν με το βλέμμα στον ορίζοντα χρωμάτων.
Προσμονή...