Τετάρτη 30 Απριλίου 2008



Στα χνάρια της ανάσας σου
βαδίζω στα όνειρα μου
και ακροβατώ στην πνοή
που φειδωλά χαρίζεις.

Το κόκκινο απ'τα χείλη σου
σημαία πρώτης νιότης
και η βραχνάδα της φωνής
φόρος τιμής καπνού.

Αγάπησα μία σκιά
θλιμμένη, τσακισμένη,
που ορμά σαν θεριό
να με κατασπαράξει
και το νανούρισμα ακούγεται
σαν φίδια που σφυρίζουν.

Στα χνάρια της ανάσας σου
βαδίζω στα όνειρα μου
και έντρομη πετάγομαι
να σώσω την ψυχή μου.


Κι αν σου χρεώνουν πτώσεις
πλέξε φτερά και ξέγραψε τη γη
που δεν ανήκεις.

Όπως τεντώνεις το λαιμό να αντικρύσεις τον ήλιο
λιώσε δυο δάκρυα στις χούφτες σου
και κάν'τα όνειρα.

Και αν ένα χαμόγελο χαράξει
τα μάγουλα σου, τότε θα πω αξίζει να αναπνέω.

Τρίτη 29 Απριλίου 2008

Φευγιό



Σ'ένα τραγούδι ψιθύριζες λογάκια της Φυγής
και η ευχή σου έντρομη στην πόρτα της ζωής.

Νεοσσός ακούστηκε να χτυπά το παραθύρι
και δεν άντεξες παρά να τ'ανοίξεις να φύγει.

Κι όμως δεν ένιωσες παρά θλίψη...
Κι όμως παρηγοριά δεν βρίσκεις...
Τσακίστηκε η φτερούγα του και λειψά πετά.
Ορφάνεψε νιογένητο και ακόμα παραπατά.

Σπαράζει η καρδούλα σου
σαν το βλέπεις να σκουντουφλάει
κι όμως, άκαρδα, το πέταξες απ'το παράθυρο
να μάθει να πετάει.

Ευχήθηκες γαι το φευγιό,
μα τραγουδάς τη θλίψη
και ο χιονιάς που θε να'ρθει
παρηγοριά και λήθη.

Τετάρτη 23 Απριλίου 2008

Αρχή




Εν αρχή ην η απορία.
Μα ο ουρανός διέπρεψε βροντής
και έκτοτε εστίν αλαλία.

Και ο Λόγος εσώπασε.
Πάνε 2 χιλιάδες χρόνια.
Και όμως διαβάζεται, δυστυχώς αιώνια.

Μεριμνάτε για το τέλος όμως,
γιατί οι σπείροντες παραμύθια
θα θερίσουν δάκρυα πικρά.

Το δικό μου το χωράφι άνθισε
και το θέρος εγγύς εστί.
Καλή Ανάσταση.

Θυμήσου



Στα χρόνια λήθης και χιονιά
 ξεχύθηκε μια λέξη
μεσ'απο δάκρυα χαράς
γιορτούλα να σου πλέξει.


Φοβήθηκε η ανάσα σου
μη σπάσει ή ραγίσει,
και κόπηκε σαν από φως
το νήμα, ψιθυρίζει.

Λόγια κενά πάλι θα λες.
Κουφοί θα σε κοιτάζουν.
Και οι μουγγοί θα συμφωνούν
τυφλοί θα σε δικάζουν.


Και ο θυμός θα πάλεται
στο στήθος σαν σπουργίτι
σ'ένα λυγμό θα ξεχυθεί
η πίκρα και η λύπη.

Ταξίδι λες σχεδίασες
μα ο καιρός τρομάζει
και η γλώσσα σου και η καρδιά
την άποψη διχάζει.

Δεν καρτεράς μήτε βροχή,
πλημμύρα ή ηλιοφάνεια.
Μόνο σιγή αποζητάς
και τιμημένη ορφάνια.


Στα χρόνια λήθης και χιονιά
βυθίστηκε η φωνή σου
και ξεροβήχει άρρωστη
η λίγη αντοχή σου.