Κυριακή 18 Απριλίου 2010

Τέλος

Ταξίδεψες σε γαλάζιους τοίχους και αγκαλιές της θάλασσας.
Καθρέφτισες την ψυχή σου στον πράσινο καθρέφτη
κι αυτός στην έφτυσε στα μούτρα.
Πληγές μετράς κι απόγνωση και νιώθεις ζωντανή.
Κι αν χαρά έχεις μήνες να νιώσεις,
ο πόνος σου χτυπά στα μηνίγγια σου,
αιμορραγία αορτής και νιώθεις τη ζωή.

Το τέλος είναι ηδονή, όπως η σκέψη του θανάτου.
Ο πόνος μαχαίρι στην καρδιά κι ανασαίνεις πάλι.
Κι αιμορραγείς όχι για αυτό που έχασες,
μα για την ελπίδα και πόσα όνειρα.

Θυμάσαι την αρχή και το τέλος σε ανακουφίζει.
Μα η πορεία σε βυθίζει σε μαύρους λαβύρινθους
κι ο μίτος κόπηκε σε λόγια που ματώνουν.
Τον πόνο σου φοβάσαι μή γίνει θεριό που κατασπαράζει.
Κι οργή που καίει στο διάβα της το σύμπαν όλο.

Μα είναι γλυκός ο πόνος σου, σαν κείνον του θανάτου.