Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

Τα χρόνια σε καρφώσανε σε ξύλο της σιγής.
Κρεμιέσαι φύλλο από αίμα.
Σταγόνες δροσίζουνε το μέλλον κρύας γης.
Στο δάκρυ αλμυρίζει γνώριμη φυγή.

Όνειρα θυμάσαι έπλεκες και αναστέναζες περιχαρής
καθώς η γριά σκύλα τράβαγε χαιρέκακα τα χείλη
να φανούν τα δόντια συμφοράς.

Και ήλπισες. Στην αδελφή ψυχή.

Τα χέρια σου βαμμένα δάκρυα απ'την καρδιά
και κόκκινο χώμα της πληγής.
Στέκεις στην άκρη της ζωής
και παρατηρείς αυτούς που ανασαίνουν.