Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Κιμωλία

Βαμμένα τα χέρια λευκή σκόνη.
Διαλύθηκε η κιμωλία στα χέρια
σαν όνειρο που στράγγιξε σ'ένα λυγμό.

Ανέμιζαν οι τούφες στον αγέρα
καθώς τσίριζε το ξύλο μες στο τζάκι
κι απέμεινες στήλη άλατος μπροστά στη φρίκη.

Κόμπος η προδοσία στο λαμό σου
μέτρησε τα λόγια της φυγής
κι απόθεσες οργή και μένος
στο κούτσουρο της ντροπής.

Σαστισμένη η πόρνη ρώταγε τ'όνομα σου
και ζέσταινε την οχιά στη φλόγα
καθώς λυγούσαν αδύναμα γόνατα σου
σωριάστηκες λεπρή στο κάθε ψέμα.

Δυο κορμία ζάσταινε η φλόγα
κι έμπηξες Καιάδα φωνή
να ξορκίσεις τον πόνο απ'τα στήθια
να λιώσει στη φλόγα η οργή.

Μαρμάρινη ψέλλισες δυο λόγια φιλικά.
Κι απέστρεψες το βλέμμα του θανάτου.
Χαμόγελο από κερί και έλιωσε μεμιάς
στα βήματα του αοράτου.

Βαμμένα χέρια απ'την κιμωλία.
Σφίγγεις τον σπόγγο και στάζει δάκρυ.
Ξεπλένεις τα σχέδια της ζωής.

Υψώνεις το χέρι και χαράζεις
το τέλος στον πίνακα της σιωπής.

Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

Μένος



Οργή βράζει στα σπλάχνα σαν της κολάσεως πίσσα.
Βυθίζεις τα νύχια στις σάρκες σου να αντέξεις το μένος.
Σφίγγεις τα δόντια να ματώσουν οι λέξεις
και ο νους χτυπά κύμβαλο φωτιάς.

Σωριάστηκες στο βόθρο της αλήθειας
και πνίγεσαι στα λόγια που ήθελες να πιστέψεις.
Ψέμματα και ευσεβείς πόθοι
όνειρα και μήνες βρωμερής λήθης.

Τσακίστηκες στα βράχια όπως προείπες...
Κουφάρι ανεμίζεις στον θαλασσινό αγέρα
κι οι γλάροι τσιμπούν κομμάτια σάρκας,
βορά στα νεογνά τους.

Θα θρέψεις τους ταξιδευτές της θάλασσας,
χωρίς τη θεληση σου
καθώς θα σε χλευάζει η πλάση,
σκαρί σακατεμένο.

Ουρλιάζεις...
Το χρόνο που βούτηξες στο βόθρο των ονείρων
και κατασπάραξε την τελευταία σου πνοή.
Βήχεις καρκίνο σαν να θες να σου βγουν τα σπλάχνα.
Να ξεράσεις την καρδιά άλλο να μη νιώθεις.

Μα ο θάνατος απάνθρωπος, αποστρέφει το βλέμμα.

Ουρλιάζεις...
Τη λύσσα της κολάσεως σε σκέψεις και γιατί.
Ορμάς στον τοίχο και ραγίζεις το άδειο σου κρανίο.
Μπήγεις τα νύχια στο στήθος να ξεριζώσεις την καρδιά.
Ουρλιάζεις στους θεούς για δικαιοσύνη.

Κι αφήνεσαι...
Σε θάνατο γεμάτο με χολή
να πνίξει τη ζωή σου.
Μαινάδα της απώλειας
ξεχύθηκες πάλι να θερίσεις τους παραβάτες.

Κι η Δίκη σου Ατσάλινη Ρομφαία
θα πέσει στα κεφάλια των ληστών,
πληγή δίχως λυτρωμό.
Κι ίσως τότε χαμογελάσεις
και στάξει μέλι στα στήθια...

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Ελευθερία



Ράγισε τ'ατσάλι του ζυγού
και χάσκει το κορμί σου λεύτερο στη νύχτα.
Απειλητικά ακούγονται ουρλιαχτά θηρίων
και κραυγές από άγνωστα μέρη.

Κουλουριάζεσαι στη βάση του κορμού
και κλαις με αλμυρό δάκρυ.
Σκαλίζεις στο χώμα το σήμα του αφέντη
πληγώνοντας τα νύχια σου στις πέτρες.

Μια λευτεριά που πόθησες και τσίριζες τη νύχτα
μα φαντάζει απειλή στο θρόισμα των φύλλων.

Καλπάζεις.
Όσο πιο γρήγορα μπορείς.
Νιώθεις την καρδιά σου να κοντεύει να σπάσει.
Απομακρύνεσαι απ'τη σπασμένη αλυσίδα
με ταχύτητα φωτός
και τα πνευμόνια σου γεμίζουν ευτυχία.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

Βρώμη

Ποτήρια σπάνε στα δυο
σαν μια καρδιά που δέχτηκε βέλος.
Ερωτεύεσαι.
Τη μουσική, τα φώτα, το αλκοόλ.
Το βράχο που κρύβεται πίσω απ'το οχυρό.
Χαζεύεις τις πλαγιές στο στήθος του
και ανασαίνεις πύρινη αδημονία.
Αυλάκια πόθου χαράζουν την πλάτη, τους μηρούς, τα μπράτσα.
Ζαλίζεσαι.
Με μουσική, φώτα και αλκοόλ.
Οι λέξεις υγραίνουν τη γλώσσα που βουτά σε γλυκό μεθύσι.
Τα αγγίγματα πυρώνουν το νου.
Αναστενάζεις ξεφυσώντας μουσική, φώτα αλκοόλ.
Και φεύγεις.
Αφήνοντας τη βρώμη σε κουβά στο χώμα να καλέσει το άτι προσμονής.