Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Θάνατος



Σκύβεις υγρή πάνω απ'το κουφάρι της μορφής σου
κι αιωρείσαι σε κύματα μολυβένια του θανάτου.
Ταξίδεψε το καθρέφτισμα των χρόνων
στον Αχέροντα της λήθης
κι ο φιλάργυρος βαρκάρης ξεπούλησε την ψυχή σου.

Μπήγουν τα νύχια οι Ερινύες στα σπλάχνα
των νεκρών, βγάζουν τα μάτια που δε δάκρυσαν
στο μαρτύριο σου, σκίζουν τα στόματα που σίγησαν,
ξεριζώνουν τα μέλη που δεν πρόσφεραν βοήθεια.
Κι αστράφτει ένα φως στις κόρες των ματιών σου.

Ατενίζοντας τον Άδη ανεμίζεις τις φλέββες σου που άδειασαν,
βορά όρνεων και θηρίων.
Το παιδί σφυροκοπά τα μηνίγγια σου με την οργή της εγκατάλειψης
και κλειδωμένο στο κελάρι ουρλιάζει απελπισμένο.

Δεν χωράει η κραυγή στους τοίχους και δραπετεύει στο άπειρο.
Χορεύει στο αίμα που στραγγίξανε οι αιώνες...
Κουφάρι σέρνεσαι μοναχό και απλώνεις το χέρι για λίγη στοργή.
Κι η Μάνα στέκει με μια αγκαλιά που πότισες δηλητήριο.

Ουρλιάζει η οργή και η μοναξιά.
Κουφαίνεσαι, σωριάζεσαι στο χώμα.
Και πνίγοντας το μίσος σου
παραδίνεσαι σε αγκαλιά θανάτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: