Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011

Σκοτώνουν τ'άλογα μόλις γεράσουν



Παραπαίεις.
Βήματα μουδιασμένα και μέλη που σε πρόδωσαν ξανά.
Σάπιο σαρκίο φορείς και πλήττεται στις μπόρες.
Παγώνεις ως το κόκκαλο και τρέμεις.
Μουδιάζεις.

Λόγια συμπόνοιας δεν θα αντιχοίσουν στα αυτιά σου.
Χάδι φιλικό δε θα νιώσεις στα πονεμένα μέλη.
Σκυφτά θα σύρεις το ποδάρι στην ουρά στη φάμπρικα
και θα τσιρίζει στα αυτιά σου η κατσάδα της μη παραγωγικότητας.

Χαζεύεις απ'το παράθυρο τις στάλες
κι ονειρεύεσαι αγρούς γεμάτους ψέμματα.
Βαρύς ο ζυγός της άγνοιας,
φτύνει στη μούρη σου χολή η οχιά
καθώς μετρά τα αργύρια που θα δώσει στο δήμιο.

Παραπαίεις.
Όπως το όνειρο που κάλπαζε σαν έκλεινες τα βλέφαρα.
Σκοντάφτεις.
Στην κρίση και στο βόλεμα.
Πνίγονται τα μάτια καθώς βαρούν την πόρτα οι αλήθειες.
Τυφλώνεσαι απ'τα δάκρυα,
να μη βλέπεις στη χώρα των τυφλών.

Σέρνεις το ποδάρι και λυγάς.
Στα γόνατα μπήγεις τα νύχια στο χώμα
και ουρλιάζεις.
Σκοτώνουν τα άλογα μόλις γεράσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: